«Περί του σηκού απολογία»

Ελαιώνας Στην Αθήνα των κλασικών χρόνων λαμβάνονται ειδικά μέτρα προστασίας των ελαιοδέντρων. Η Αθηναϊκή πολιτεία επεδείκνυε μεγάλο ενδιαφέρον και ιδιαίτερη φροντίδα για τα ιερά δέντρα της Αθηνάς. Περιέφραζε τους ελαιώνες, ακόμη και τα μεμονωμένα ελαιόδεντρα, με έναν ξύλινο φράχτη, που ονομαζόταν «σηκός», για να δηλώσουν την ιδιότητα και την ξεχωριστή σημασία τους. Ο έλεγχος των δέντρων αυτών ήταν τακτικός. Κάθε μήνα ο Άρειος Πάγος έστελνε επιμελητές και μια φορά το χρόνο έστελνε επόπτες που διαπίστωναν αν οι ελιές βρίσκονταν σε καλή κατάσταση. Οι ιδιοκτήτες, αλλά και εκείνοι που ενοικίαζαν και καλλιεργούσαν τους ελαιώνες, είχαν την υποχρέωση να μεριμνούν για τα δέντρα και, ειδικότερα, να μην καλλιεργούν κανένα άλλο φυτό σε καθορισμένη απόσταση από την ελιά. Επίσης, να μην ξεριζώνουν ή και καταστρέφουν τα γέρικα ή ξερά ελαιόδεντρα, γιατί κάποτε μπορεί να ξαναβλάσταιναν, όπως λέγεται ότι συνέβη με την κατεστραμμένη από τους Πέρσες ελιά της Ακρόπολης το 480. Η τιμωρία εκείνων που είτε παραβίαζαν τον «σηκό» είτε προκαλούσαν βλάβη στα ιερά δέντρα ήταν σκληρή: « Και αν κανείς ξερίζωνε ή απέκοπτε κάποια μορίαν ελαίαν δικαζόταν από τον Άρειο Πάγο και αν ήταν ένοχος καταδικαζόταν σε θάνατο…». Ο λόγος του Λυσία «Αρεοπαγητικός ή Περί σηκού απολογία» γράφτηκε το 394 π.Χ. για να εκφωνηθεί ενώπιον το Αρείου Πάγου ως απολογία από κάποιον Αθηναίο που είχε κατηγορηθεί για την καταστροφή του σηκού, δηλαδή του ξύλινου φράχτη μιας ελιάς. Μετά τον Πελοποννησιακό πόλεμο οι Αθηναίοι αντιμετώπισαν σοβαρό πρόβλημα με τις «μορίες» ελιές. Πολλές από αυτές είχαν καεί κατά τη διάρκεια του πολέμου, αλλά κανείς δεν είχε δικαίωμα όχι μόνο να καθαρίσει τους μαύρους κορμούς από τα λιόφυτα της Αττικής, αλλά ούτε και να πειράξει τα ειδικά περιφράγματα των κούτσουρων αυτών, τους «σηκούς».


Πίσω   Επόμενο